Το 2021 παρόλο που ξεκίνησε με πιο αισιόδοξους οιωνούς από το 2020, λόγω κυρίως της προόδου που είχε επιτευχθεί στο ζήτημα της έγκρισης εμβολίων κατά του κορωνοϊού, εντούτοις, αποδείχθηκε ακόμα μία χρονιά γεμάτη προκλήσεις για τον τουριστικό τομέα, τόσο στην Κύπρο όσο και διεθνώς. Μέχρι περίπου τα μισά της χρονιάς, τα δεδομένα ήταν χειρότερα ακόμα και από τα αντίστοιχα του 2020 ενώ σταδιακά η κατάσταση βελτιώθηκε, κάτι που μας αφήνει ελπίδες πως το 2022 ενδεχομένως να αποτελέσει το έτος για σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα.
Οι αριθμοί καταδεικνύουν πως παρόλο που η τουριστική κίνηση αρχίζει να ανακάμπτει, εντούτοις, υπάρχει ακόμα σημαντικό έδαφος να καλυφθεί μέχρι να φτάσουμε σε επίπεδα προ πανδημίας. Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία που δημοσιεύει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού, σύμφωνα με τα οποία μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2021, οι τουριστικές αφίξεις διεθνώς ήταν μειωμένες κατά 76% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019. Τους τελευταίους μήνες τα δεδομένα βελτιώθηκαν και στην Κύπρο και διεθνώς αλλά ακόμα οι προκλήσεις είναι μεγάλες και ποικιλόμορφες. Ενδεικτικά, οι αφίξεις στην Κύπρο μέχρι τον Νοέμβριο ήταν μειωμένες κατά 52.4% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Αντίστοιχα, τα έσοδα από τον τουρισμό μέχρι και τον Οκτώβριο ανήλθαν σε €1.3 δισ. σε σύγκριση με €2.5 δισ. την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Μειωμένα δηλαδή κατά 46.5%. Παρενθετικά, τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν τον τομέα και ο τρόπος που συλλέγονται και αναλύονται, αποτελεί ένα μεγάλο ζήτημα από μόνο του, το οποίο κάποια στιγμή αξίζει να συζητηθεί σε βάθος. Ως ΣΤΕΚ θέσαμε μέσω επιστολής το συγκεκριμένο ζήτημα στο αρμόδιο Υφυπουργείο Τουρισμού το οποίο αντιλαμβανόμαστε προτίθεται να το συζητήσει με τους εμπλεκόμενους Συνδέσμους.
Το 2021 αποτέλεσε ακόμα μία ζημιογόνα χρονιά για αρκετές τουριστικές επιχειρήσεις στην Κύπρο, παρά το γεγονός πως η επιδότηση της απασχόλησης μέσω κρατικών σχεδίων ήταν αρκετά υποβοηθητική. Η δυσχερής οικονομική κατάσταση στην οποία βρέθηκαν οι επιχειρήσεις δεν συνεπάγεται απλώς με λογιστικές ζημιές. Για κάποιες επιχειρήσεις ενδεχομένως να προκύπτουν ζητήματα βιωσιμότητας ενώ για πολλές άλλες, αυτά αντανακλώνται στην ακύρωση ή αναστολή επενδύσεων για αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Έχοντας εισέλθει στο 2022 και σε ένα έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, η άμεση αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος της χώρας συνολικά, και όχι μόνο των ξενοδοχειακών μονάδων, είναι απαραίτητη. Από την ίδρυση του το 1997, ο ΣΤΕΚ έχει ως σύνθημα ότι ο ποιοτικός τουρισμός είναι μονόδρομος και προς αυτήν την κατεύθυνση θα πρέπει επιτέλους να ξεκινήσουν να γίνονται δραστικές ενέργειες. Διαχρονικά ο παράκτιος τουρισμός είναι ο κύριος λόγος για το 90%-92% των τουριστικών αφίξεων. Αυτό δεν μπορεί να αλλάξει σε μεγάλο βαθμό και ούτε και θεωρούμε πως είναι αναγκαίο. Ο «Ήλιος και η Θάλασσα» αποτέλεσαν τον πυλώνα ανάπτυξης του κυπριακού τουρισμού για δεκαετίες και θα είναι ουτοπία αλλά ενδεχομένως και καταστροφικό αν η προσπάθεια μας είναι να αλλάξουμε αυτό το μοντέλο. Αυτό που χρειάζεται το υφιστάμενο μοντέλο για να γίνει πιο ελκυστικό είναι εμπλουτισμό σε όλα τα επίπεδα. Σε θέματα υποδομών, παρεχόμενων υπηρεσιών, εμπειριών και αναβάθμισης των παραλιών μας. Η στρατηγική μας για τον τουρισμό του μέλλοντος δεν θα πρέπει να επικεντρώνεται τόσο στην αύξηση των τουριστικών αφίξεων, αλλά περισσότερο στην αύξηση των τουριστικών εσόδων τα οποία, λαμβανομένου υπόψη και του πληθωρισμού, παραμένουν στάσιμα στα ίδια επίπεδα εδώ και περίπου δύο δεκαετίες. Ταυτόχρονα, χαιρετίζουμε την στρατηγική του Υφυπουργού Τουρισμού που με διάφορες συγκεκριμένες πολιτικές εμπλουτίζει το «Sun and Sea» προϊόν με επιπρόσθετες εμπειρίες στην ύπαιθρο και τα ορεινά. Η στρατηγική αυτή συνάδει με τον στόχο του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού για αύξηση του Οικονομικού και Κοινωνικού αντίκτυπου σε περισσότερες γεωγραφικές περιοχές και κοινωνικές ομάδες.
Το 2022 ενδεχομένως να είναι το έτος που θα μάθουμε να ζούμε με τον κορωνοϊό και ευελπιστούμε να αποτελέσει την χρονιά πραγματικής ανάκαμψης του τομέα, προσαρμοσμένου στις απαιτήσεις του τουρίστα της μετά πανδημίας εποχής, ο οποίος ζητά πιο εξατομικευμένη και ποιοτική τουριστική εμπειρία. Είμαστε βέβαιοι πως και το 2022 θα είναι γεμάτο προκλήσεις για τον τουριστικό τομέα. Προφανώς η πορεία της πανδημίας και οι επιδημιολογικοί δείκτες, ειδικά στην Κύπρο αλλά και στις βασικές μας τουριστικές αγορές, Μεγάλη Βρετανία και Ρωσία, θα είναι καθοριστικοί παράγοντες σε σχέση με την αναμενόμενη τουριστική κίνηση. Αν, για παράδειγμα, η Κύπρος βρίσκεται στην «κόκκινη» κατηγορία του ECDC και οι ανταγωνιστικοί μας προορισμοί έχουν καλύτερη διαβάθμιση, τότε αυτόματα θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση.
Εξίσου σημαντικό ζήτημα το οποίο αποτελεί πραγματική απειλή για τον τομέα, είναι η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού. Το πρόβλημα ήταν ορατό από το 2019 αλλά έγινε ακόμα πιο έντονο το 2021 για διάφορους λόγους. Πολλοί εργαζόμενοι εργοδοτήθηκαν σε άλλους τομείς, εργαζόμενοι από ευρωπαϊκές χώρες επέστρεψαν στους τόπους καταγωγής τους λόγω του παρατεταμένου κλεισίματος του τομέα και ούτω καθ’ εξής. Είναι ενδεικτικό πως σε πανευρωπαϊκό επίπεδο απεχώρησαν από τον κλάδο 22-25% των εργαζομένων. Ανησυχούμε ότι ακόμα κι αν τη νέα χρονιά η τουριστική κίνηση είναι αυξημένη, θα αδυνατούμε να παρέχουμε την αντίστοιχη εξυπηρέτηση και κάτι τέτοιο θα υπονομεύσει την ίδια την ποιότητα των παρεχόμενων μας υπηρεσιών και τη φήμη της χώρας ως ποιοτικός τουριστικός προορισμός. Οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς θα έπρεπε να είχαν ανακοινώσει εδώ και καιρό συγκεκριμένη πολιτική εργοδότησης από τρίτες χώρες αφού ο χρόνος κυλάει επικίνδυνα. Η Κυβέρνηση μας συμβουλεύει να προσπαθήσουμε να βρούμε προσωπικό από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κάτι το οποίο δεν σταματήσαμε να πράττουμε καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021) την ίδια ώρα που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις μέχρι την 31 Ιανουαρίου για την διευκόλυνση και την προώθηση της εισόδου και της κινητικότητας εντός της ΕΕ εργαζομένων από τρίτες χώρες, ότι δηλαδή έχουμε ζητήσει κι εμείς. Αλήθεια, τόσο αναξιόπιστοι θεωρούνται τελικά οι επαγγελματίες του κλάδου στην Κύπρο; Εμείς καλούμε το αρμόδιο υπουργείο, αν έχει τις όποιες ανησυχίες και ενδοιασμούς, να καλέσει τους δύο Συνδέσμους του τομέα, ΣΤΕΚ και ΠΑΣΥΞΕ, στο τραπέζι των διαβουλεύσεων για να εξεύρουμε λύσεις το συντομότερο δυνατό γιατί η κλεψύδρα του χρόνου τελειώνει.
Τέλος, η αύξηση των τιμών των καυσίμων και συνεπακόλουθα διαφόρων πρώτων υλών, αυξάνει σημαντικά το κόστος λειτουργίας των ξενοδοχειακών μονάδων, ενώ την ίδια ώρα, οι μεγάλοι διοργανωτές ταξιδιών ζητούν ακόμα πιο χαμηλές τιμές.
Όπως αναφέρεται στην τελευταία Έκθεση της ΕΤC (European Travel Commission) η ουσιαστική ανάκαμψη της αγοράς δεν θα επιτευχθεί πριν το 2024. Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό πως ενώ όλοι αισιοδοξούμε πως το 2022 θα είναι η χρονιά κατά την οποία ο τουριστικός τομέας θα ανακάμψει, επί της ουσίας οι προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας είναι τεράστιες και σε διάφορα μέτωπα.
* Άρθρο της Αντιπροέδρου του ΣΤΕΚ, Δήμητρας Καραντώκης